Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

ΓΙΑ ΠΟΣΟ "ΖΩΑ" ΜΑΣ ΕΧΟΥΝ; (ΟΧΙ ΟΣΟ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ)

Αναδημοσίευση από "Το Πρώτο Θέμα" - Θέμος Αναστασιάδης

Αν καταφέρεις να δεις τα πράγματα από κάποια απόσταση, χωρίς να το παίρνεις μόνο προσωπικά (είτε απολυμένος είσαι είτε εν εφεδρεία είτε κατεστραμμένος ελεύθερος επαγγελματίας ή μικρομεσαίος), λες «ε, είμαστε ΠΟΛΥ ΖΩΑ, ρε παιδί μου». Κατά κανόνα βέβαια εννοείς πάντα τους άλλους: οι δημόσιοι υπάλληλοι την κυβέρνηση που τους κόβει όλα όσα τους έδινε και τον ιδιωτικό τομέα που δεν κόβει κι άλλο τις φλέβες του για να τους πληρώνει εσαεί.

Αντιθέτως, όσοι δεν είναι στο Δημόσιο καταριούνται το κράτος και τους δήθεν «εργαζομένους» του εξαιτίας των οποίων έχουμε ελλείμματα και βουλιάζουμε. Οσοι παρέλυσαν προχθές την Αθήνα έτσι… απ’ τον θυμό τους (γιατί αν οι απεργίες έλυναν στ’ αλήθεια προβλήματα, θα ήμασταν Νορβηγία ή Σιγκαπούρη από πλούτο) εκδικούνται όλο το υπόλοιπο 90% επειδή... δεν έχει κι άλλα να τους δώσει να ζουν αραχτοί. Σαν να μας έχουν σε ομηρία για πάντα χάρη στη δική τους κρατική εξουσία. Οι δεινοπαθούντες από τις απεργίες επιστρέφουν, αντιθέτως, το «πόσο ζώα είμαστε;» σε όλους όσοι σταμάτησαν τις προάλλες τα λεωφορεία, τα τρένα, τα αεροπλάνα, τα σχολεία και τα νοσοκομεία, ενώ ξέρουν ότι δεν πρόκειται να πετύχουν τίποτα!

Δεν ξαναπαίρνουν «ούτε με σφαίρες» όσα αδίκως -ας το δεχθούμε-, αγρίως, αιφνιδίως και ό,τι άλλο θέλουν, έχασαν. Με το να μας στέλνουν με τη συμπεριφορά τους μια ώρα αρχύτερα στο haircut, τη χρεοκοπία κ.λπ. δεν θα τους ξαναδώσει ποτέ κανείς πίσω τα λεφτά και τα επιδόματα για τα οποία ατομικώς φυσικά και καίγονται. Δεν το καταλαβαίνουν; Κάποιοι όχι, γιατί είναι στην κοσμάρα τους, κάποιοι άλλοι επειδή ως επαγγελματίες συνδικαλιστές νομίζουν ότι… δίνουν τα ρέστα τους (για την ακρίβεια, βουτάνε και δίνουν τα… δικά μας ρέστα), ενώ ένα μεγάλο κομμάτι είναι της λογικής «αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων».

Εν πάση περιπτώσει, και οι μεν και οι δε, δημόσιοι και ιδιωτικοί, προς το παρόν, εργαζόμενοι, βρίζουν ο ένας τον άλλον, αλλά και όλοι μαζί τους πολιτικούς που μας έφτασαν ως εδώ. «ΠΟΣΟ ΖΩΑ ΕΙΝΑΙ;», αναρωτιούνται απ’ άκρου εις άκρον της Ελλάδας, στα καφενεία, στις καφετέριες, σε κάποιο «πηγαδάκι» στον δρόμο ή ακόμη και σε απλές συζητήσεις μεταξύ φίλων, «για να μην μπορούν να εφαρμόσουν ΤΑ ΕΛΑΧΙΣΤΑ που συμφώνησαν με την τρόικα;».

Δεν έχουν καταφέρει να μετρήσουν ούτε πόσους και ποιους θα βγάλουν σε εφεδρεία, αλλά ούτε και να περιορίσουν την κρατική σπατάλη, την οποία αντιθέτως αύξησαν! Ούτε να πουλήσουν ένα κρατικό ξενοδοχειακό συγκρότημα από τα τόσα «καλά κομμάτια» της δημό­σιας περιουσίας. ΜΑΣ ΕΧΟΥΝ ΦΛΟΜΩΣΕΙ ΣΤΟ ΨΕΜΑ ΟΤΙ ΠΑΜΕ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΘΑ ΠΙΑΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΣΤΟΧΟΥΣ, ΕΝΩ ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΠΑΜΕ ΑΠ’ ΤΟ ΚΑΚΟ ΣΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ! Και πάρα ταύτα επιμένουν να ωραιοποιούν τη συμφορά και να μας λένε κι από πάνω πόσο αχάριστοι είμαστε που δεν καταλαβαίνουμε ότι θυσιάζονται πολιτικά για εμάς. Απ’ τη δική τους πλευρά τώρα, οι πολιτικοί λένε κι αυτοί μεταξύ τους «μα, πόσο ζώα είναι;», οι πολίτες, επειδή δεν… αυτοαπολύονται ώστε να διευκολύνουν τους σοφούς χειρισμούς τους!

Πόσο «ζώα» είμαστε επειδή δεν θέλουμε να τους χαρίσουμε ΟΟΟΛΟ το σπίτι μας (το μισό μάς το έχουν πάρει ήδη), τις συντάξεις, το εφάπαξ και το αυτοκίνητό μας!

Εν κατακλείδι, έχουμε μια ολόκληρη χώρα που έχει μετατραπεί σε έναν απέραντο ΖΩΟΛΟΓΙΚΟ ΚΗΠΟ, όπου οι μεν αναρωτιούνται για τους δε «μα, πόσο ζώον είναι;», με τους ξένους να μην αναρωτιούνται πια καθόλου, διότι δεν μας θέλουν ούτε για ζώα, για ΥΠΟΖΥΓΙΑ δηλαδή, επειδή δεν είμαστε το πειθήνιο όργανο-γαϊδουράκι που θα ήθελαν, αλλά τρελαμένα μουλάρια που κλοτσάμε στα τυφλά, ξεκόβουμε απ’ τη σειρά, παίρνουμε τα βουνά και τα λαγκάδια ή δεν κουνάμε ούτε χιλιοστό από τ’ αχούρι μας. Ε, ΛΟΙΠΟΝ, ΟΧΙ… ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΘΟΛΟΥ ΖΩΑ, ΕΙΜΑΣΤΕ τελείως «ΦΥΤΑ». Γιατί τα ζώα, από το ευγενέστερο μέχρι το πιο άγριο, ΕΧΟΥΝ ΑΝΕΠΤΥΓΜΕΝΟ ΤΟ ΕΝΣΤΙΚΤΟ τησ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ και όταν πρέπει να κάνουν αυτό που πρέπει για να γλιτώσουν το τομάρι τους το κάνουν χωρίς δεύτερο χλιμίντρισμα, γάβγισμα ή δάγκωμα. Εμείς έχουμε χάσει εντελώς αυτό το ένστικτο, ακόμα κι εκείνο της αυτοσυντήρησης, και περιμένουμε παθητικά ό,τι είναι να γίνει, βρέξει χιονίσει. ΣΑΝ «ΦΥΤΑ», λοιπόν, περιμένουμε ΜΠΑΣ ΚΑΙ ΜΑΣ ΠΟΤΙΣΕΙ ΚΙ ΑΛΛΟ Η Ε.Ε.

Αν μας ποτίσει, έχει καλώς, αν μας ξεχάσει, ε, τότε ας μαραθούν τα κλαδιά και τα λουλούδια, και στην τελική ας πέσουν και τα φύλλα. Απίστευτα δειλοί, άβουλοι και μοιραίοι, ΧΑΝΟΥΜΕ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΑ. Ολες οι άλλες χώρες που πέρασαν πολύ χειρότερες κρίσεις, απ’ τους Αργεντινούς και τους Βραζιλιάνους μέχρι τους Ισλανδούς και τους ίδιους τους Αμερικανούς, σήκωσαν τα μανίκια και άρχισαν τη δουλειά. Εμείς σηκώσαμε τα μανίκια απλώς για να σκοτωθούμε μεταξύ μας, αποκαλώντας ο ένας τον άλλον «γαϊδούρι», «κοπρόσκυλο» και άλλα τινά καλά της φυλής. ΚΑΘΟΛΟΥ ΖΩΑ, λοιπόν. Απλώς ΦΥΤΑ. Κάποτε καλλωπιστικά, άλλοτε αναρριχώμενα και τώρα καμένα και ξεριζωμένα.

ΥΓ:. Γαβ-γαβ, ο «κοπρίτης» ο υπογράφων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: